- γναφέα
- γναφέᾱ , γναφεύςmasc acc sgγναφέᾱ , κναφεύςfullermasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
γναφέας — γναφέᾱς , γναφεύς masc acc pl γναφέᾱς , κναφεύς fuller masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
γναφευτικός — ή, ό (AM γναφευτικός, ή, όν, Α και κναφευτικός, ή, όν) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον γναφέα 2. το θηλ. ως ουσ. η γναφευτική η τέχνη τού γναφέα … Dictionary of Greek
TINCA — piscis glutinosus, magni usus in eluendis vestium maculis. Cardanus de rerum varietate, l. 7. c. 42. Tinc arum decoctô maculas omnes tolli existimant; quoniam lentum sit, ac viscidum; unde materiam maculae as se trahat, Quô unô, ut videtur,… … Hofmann J. Lexicon universale
ίπος — ἶπος, ὁ και ἡ (Α, Μ ἶπος, τὸ) το κομμάτι τού ξύλου τής ποντικοπαγίδας που πέφτει και πιάνει τον ποντικό αρχ. 1. οποιοδήποτε βάρος, φορτίο, καθετί που βαρύνει, που πιέζει 2. βάρος που χρησιμοποιούσαν ειδικά στη χειρουργική 3. το πιεστήριο τού… … Dictionary of Greek
γναφευτήριο — το κόπανος τού γναφέα … Dictionary of Greek
κουρέας — ο (ΑM κουρεύς, έως) [κουρά] 1. αυτός που έχει ως επάγγελμα να κουρεύει τα μαλλιά και να ξυρίζει τα γένεια 2. αυτός που κουρεύει το τρίχωμα τών ζώων αρχ. (κατά τον Ησύχ.) πτηνό που η φωνή του μοιάζει με τον ήχο τού μαχαιριού τού γναφέα … Dictionary of Greek
Ακάκιος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Γιατρός (1ος αι. μ.Χ.). Είχε επινοήσει φάρμακο κατά της αιμόπτυσης. 2. Δάσκαλος της ρητορικής (4ος αι. μ.Χ.). Συγγραφέας του έργου Ωκύπους, που αποδόθηκε στον Λουκιανό. Σπούδασε στην Αθήνα αλλά καταγόταν από την… … Dictionary of Greek
Ακέφαλοι — Χαρακτηρίζονται έτσι στην εκκλησιαστική ιστορία οι μονοφυσίτες της Αιγύπτου που αποκήρυξαν τον πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρο τον Μογγό, γιατί είχε συνυπογράψει με τους πατριάρχες Αντιοχείας Πέτρο τον Γναφέα και Ιεροσολύμων Μαρτύριο το γνωστό… … Dictionary of Greek
θεοπασχίτες — Χριστιανοί αιρετικοί, οπαδοί του μονοφυσίτη Πέτρου Γναφέα, ο οποίος προσέθεσε στον τρισάγιο ύμνο τη φράση «ο σταυρωθείς δι’ ημάς». H φράση αυτή προκάλεσε, για περίπου έναν αιώνα, εκκλησιαστική διαμάχη, που έλαβε επικίνδυνες διαστάσεις, όταν πήραν … Dictionary of Greek